Thess Lawyer

Ποινικό μητρώο: πότε μια ποινή εγγράφεται ;

Τα αντίγραφα ποινικού μητρώου χωρίζονται σε δύο κατηγορίες:

  • αντίγραφα ποινικού μητρώου δικαστικής χρήσης
  • αντίγραφα ποινικού μητρώου γενικής χρήσης, εκδιδόμενα για πάσα νόμιμη χρήση.Ο  αποδέκτης του εν λόγω αντιγράφου μπορεί να μη δει ορισμένες από τις ποινές στις οποίες καταδικάστηκε κάποιος.

Αντίθετα στα αντίγραφα ποινικού μητρώου, τα οποία παραχωρούνται για δικαστική χρήση είναι εγγεγραμμένες όλες οι ποινές που έχουν επιβληθεί σε κάποιον αμετακλήτως, δηλαδή ποινές που επιβάλλονται πάντα με δικαστικές αποφάσεις, οι οποίες δεν μπορούν να προσβληθούν με κάποιο ένδικο μέσο πλέον είτε λόγω άπρακτης παρόδου της προθεσμίας άσκησης αυτών, είτε λόγω ανεπιτυχούς άσκησης αυτών.  Τα συγκεκριμένα αντίγραφα εκδίδονται και χορηγούνται αποκλειστικά στις παρακάτω περιπτώσεις (577 ΚΠολΔ) :

  1. στον εισαγγελέα, τακτικό ανακριτή
  2. στους διευθυντές καταστημάτων κράτησης για να συμπληρωθεί ο φάκελος του καταδίκου
  3. στις δημόσιες αρχές για συγκεκριμένο νόμιμο λόγο
  4. για διορισμό στο δημόσιο τομέα, αν ζητηθεί και σε κάθε περίπτωση για διορισμό δικαστικών λειτουργών και εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων, οργάνων Σωμάτων Ασφαλείας, και υποψηφίων για εισαγωγή στις σχολές Ενόπλων Δυνάμεων και Σωμάτων Ασφαλείας.
  5. στις αλλοδαπές διπλωματικές αρχές για όσους πρόκειται να μεταναστεύσουν.

Σε κάθε δελτίο ποινικού μητρώου εγγράφονται βάσει του άρθρου 574 παρ.2 οι εξής αμετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις/ βουλεύματα:

  • Κάθε απόφαση για κακούργημα ή πλημμέλημα για το οποίο έχει επιβληθεί ποινή στερητική της ελευθερίας ή χρηματική ποινή, με τις παρεπόμενες ποινές και τα μέτρα ασφάλειας που έχουν επιβληθεί.

  •  Κάθε απόφαση με την οποία επιβάλλεται περιορισμός σε σωφρονιστικό κατάστημα ή αναμορφωτικό μέτρο σε ανήλικο.

  •  Κάθε απόφαση αλλοδαπού δικαστηρίου που ανακοινώθηκε επίσημα, αν αφορά πράξη που χαρακτηρίζεται από την ελληνική ποινική νομοθεσία ως κακούργημα ή πλημμέλημα.

  •  Κάθε απόφαση που απαλλάσσει τον κατηγορούμενο ως ανίκανο για καταλογισμό με τα αναπληρωματικά της κύριας ποινής μέτρα ασφάλειας, καθώς και κάθε απόφαση ή βούλευμα που απαλλάσσει τον κατηγορούμενο λόγω έμπρακτης μετάνοιας, εφ` όσον και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις η απειλούμενη ποινή είναι φυλάκιση τουλάχιστον τριών  μηνών.

  • Είναι προφανές πως οι πταισματικές ποινές, οι οποίες δηλαδή καταδικάζουν σε πρόστιμο ή κράτηση δεν εγγράφονται. Ωστόσο, εφόσον πρόκειται για αμετάκλητη καταδικαστική στερητική της ελευθερίας ποινή εγγράφονται και οι παρεπόμενες ποινές λ.χ. αποστέρηση πολιτικών δικαιωμάτων, απέλαση, δήμευση. Ως προς τους ανηλίκους, εγγράφεται οποιοδήποτε αναμορφωτικό μέτρο ακόμα και αν πρόκειται για πταίσμα, καθώς στα πταίσματα επί ανήλικων παραβατών είναι δυνατόν να διαταχθεί κράτηση σε σωφρονιστικό κέντρο. Περαιτέρω στο ποινικό μητρώο εγγράφεται κάθε απόφαση ή βούλευμα που απαλλάσσει τον κατηγορούμενο ως ανίκανο για καταλογισμό με τα αναπληρωματικά της κύριας ποινής μέτρα ασφάλειας, καθώς και κάθε απόφαση ή βούλευμα που απαλλάσσει τον κατηγορούμενο λόγω έμπρακτης μετάνοιας, μόνο όμως αν και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις η απειλούμενη ποινή είναι φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών.

Τα δελτία ποινικού μητρώου βάσει του άρθρου 578 παρ.1 ΚΠΔ παύουν να ισχύουν οταν το πρόσωπο που αφορά έχει αποβιώσει ή συμπληρώσει το 80ο έτος ηλικίας του. Επίσης εφόσον, η απόφαση για την οποία έχει συνταχθεί δελτίο ποινικού μητρώου ακυρωθεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση ή έχει αμνηστευθεί ή με μεταγενέστερο νόμο έχει πάψει να είναι αξιόποινη. Επιπροσθέτως, σε περιπτώσεις που έχει επιβληθεί χρματική ποινή ή ποινή φυλάκισης μέχρι 1 μήνα για αδίκημα με δόλο ή 2 μήνες για αδίκημα εξ αμελείας, μετά την πάροδο 10 ετών από την απότιση της ποινής με οποιοδήποτε τρόπο. Αυτό φυσικά εφόσον ο ενδιαφερόμενος δεν καταδικάστηκε στο μεσοδιάστημα για άλλη κακουργηματική ή πλημμεληματική πράξη.  Τέλος, το ποινικό μητρώο παύει να ισχύει και αν με την καταδικαστική απόφαση ,για την οποία έχει συνταχθεί δελτίο ποινικού μητρώου χορηγήθηκε αναστολή εκτέλεσης της ποινής, σύμφωνα με το άρθρο 99 του ποινικού κώδικα, μετά την πάροδο πέντε ετών από τη λήξη του χρονικού διαστήματος της αναστολής, εφ’όσον η αναστολή δεν έχει αρθεί ή ανακληθεί.

 

Lorem ipsum dolor sit amet, consectetur adipiscing elit. Ut elit tellus, luctus nec ullamcorper mattis, pulvinar dapibus leo.