H συγκεκριμένη απόφαση αναφέρεται στην υπόθεση Μarfin, η οποία απασχόλησε την ελληνική κοινωνία σε μεγάλο βαθμο λόγω της βιαιότητάς της . Στην απόφαση αυτή αναλύονται ζητήματα ευθύνης του εργοδότη απέναντι στους εργαζομένους και η ανάγκη λήψης μέτρων εκ μέρους του απέναντί τους.
Σύντομο ιστορικό:
Στις 5 Μαϊου 2010 έλαβε μέρος πανελλαδική απεργία με ταυτοχρονη μεγάλη πορεία διαμαρτυρίας στο κέντρο της Αθήνας. Το κατάστημα της παρούσας Τράπεζας δεν έλαβε μέρος στη γενική απεργία. Συγκεκριμένα, το κατάστημα αυτό από το Νοέμβριο του 2007 αποτελούσε αντικείμενο επιθέσεων με ρίψη μολότοφ. Η υποδιευθύντρια του καταστήματος αυτού μάλιστα ανησυχούσε ιδιαίτερα για την ασφάλεια των εργαζομένων και είχε ειδοποιήσει τον προϊστάμενο του Τμήματος Ασφαλείας της Τράπεζας. Στις 14.00 εκείνης της ημέρας νεαρά άτομα έσπασαν την πρόσοψη του καταστήματος και έριξαν στο εσωτερικό αυτού δύο το πολύ τρεις βόμβες μολότοφ, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί πυρκαγιά. Οι υπάλληλοι του καταστήματος της Τράπεζας προσπάθησαν να διαφύγουν, κάποιοι τα κατάφεραν, τρεις όμως δυστυχώς όχι.
Ανάλυση της απόφασης:
Στην συγκεκριμένη εφετειακή απόφαση ουσιαστικά αναλύεται η υποχρέωση προνοίας της Τράπεζας απέναντι στους εργαζομένους της (662 ΑΚ). Πιο αναλυτικά, η Τράπεζα δεν είχε αντιβανδαλική πρόσοψη της απαιτούμενης ασφαλείας αλλά ούτε και ρολά ασφαλείας. Μάλιστα τέτοιο αίτημα δεν έγινε από το συγκεκριμένο κατάστημα προς την κατά τόπο αρμόδια Περιφέρεια και στο Αρχιτεκτονικό Γραφείο αυτής που είναι αρμόδιο για τη χορήγηση άδειας. Επιπροσθέτως, καθώς υπήρχε πιθανός κίνδυνος και δεδομένων και των προηγηθείσων επιθέσεων στην Τράπεζα, διάφαινεται η αμέλεια αυτής να προστατέψει τους υπαλλήλους της. Τονίζεται επίσης, πως και ελλείψει όλων αυτών αν η Τράπεζα είχε λάβει σοβαρά τις ανησυχίες της υποδιευθύντριας και έκλεινε το κατάστημα εκείνη την ημέρα ή επέτρεπε στους υπαλλήλους να φύγουν νωρίτερα τίποτα δε θα είχε συμβεί στο προσωπικό της. Η Τράπεζα επέδειξε αμέλεια, χωρίς να ακολουθήσει τη συμπεριφορά του μέσου συνετού εργοδότη. Φυσικά, η συγκεκριμένη έλλειψη προσοχής καταδεικνύεται μέσω των προστηθέντων της.
Στη συνέχεια, πρέπει να καταφαθεί πως το προσωπικό της Τράπεζας δεν ήταν εκπαιδευμένο για τέτοια περίπτωση πυρκαγιάς, ως όφειλε. Η συγκεκριμένη παράλειψη καταλογίζεται στην ίδια την Τράπεζα, η οποία όφειλε να καταρτίζει τους υπαλλήλους της, καθώς πυρκαγιές και τρομοκρατικές – βανδαλιστικές ενέργειες αποτελούν πιθανούς κινδύνους για αυτήν, σύμφωνα με το “εγχειρίδιο διαχείρισης κρίσεων- επιχειρησιακής συνέχειας- ανάκαμψης από την καταστροφή”. Η Πυροσβεστική Διάταξη 3/1981 στο άρθρο 14 τονίζει πως οι Διευθυντές και οι επιχειρηματίες αιθουσών συγκέντρωσης κοινού υποχρεούνται να εκπαιδεύουν το προσωπικό τους σε θέματα πυρασφάλειας και πυροπροστασίας. Επίσης, ούτε σχέδιο διαφυγής υπήρχε εκ μέρους της Τράπεζας, όπως υποδεικνύει το άρθρο 18 του Ν.1568/1985 “περί υγιεινής και ασφάλειας των εργαζομένων”. Οι συγκεκριμένες παραλείψεις της Τράπεζας και ειδικά η παράλειψη τοποθέτησης αντιβανδαλικής πρόσοψης και ρολών ασφαλείας, σύμφωνα με την απόφαση, συνδέεται αιτιωδώς με το θάνατο της υπαλλήλου, που ήταν και τεσσάρων μηνών έγκυος αλλά και με τις σωματικές βλάβες λοιπών υπαλλήλων.
Σχετικά με την ψυχική οδύνη που προκλήθηκε στους ενάγοντες (μητέρα, πατέρας, σύζυγος,πεθερός,πεθερά, αδελφή, ανήψια της αποθανούσας) το Δικαστήριο δέχεται την ύπαρξη ένδικης αξίωσης σύμφωνα με το άρθρο 932 ΑΚ. Ωστόσο, διαχωρίζει τα ανήψια από τη στενή οικογένεια του θανόντος και κρίνει πως δεν υπάρχει ένδικη αξίωση στα τέκνα αδελφών, ενώ αντίθετα η αξίωση αυτή υπάρχει στα πεθερικά της αποθανούσας.
ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ:
Oι εναγόμενοι, όλοι προστηθέντες της Τράπεζας ενεργούσαν για λογαριασμό της, στελεχώνοντας τους Τομείς, τις Διευθύνσεις και τις Επιτροπές αυτής. Μία από τις αρμοδιότητες των οργάνων της Τράπεζας ήταν η διατήρηση της ασφάλειας της υγείας και της ζωής του προσωπικού. Παρά το γεγονός επομένως, πως σε ώρες λειτουργίας του καταστήματος το συγκεκριμένο κατάστημα λιανικής της Τράπεζας είχε δεχτεί επιθέσεις ο κάθε ένας από τους εναγομένους επέδειξαν αμέλεια δεδομένης και της επαπειλούμενης θέσης της Τράπεζας. Η ευθύνη των εναγομένων κρίνεται ανάλογα με το πόστο και τις αρμοδιότητές τους.
Συγκεκριμένα, ο ένας εκ των εναγομένων, ο οποίος ήταν προϊστάμενος του Τμήματος Ασφαλείας του καταστηματος της Τράπεζας, βάσει αρμοδιοτήτων του ήταν υπεύθυνος για την τήρηση των μέτρων ασφαλείας, συμπεριλαμβανομένων και των μέτρων πυρασφάλειας. Ωστόσο, η αρμοδιότητά του δεν του επέτρεπε να καθορίζει το ωράριο του καταστήματος αλλά μόνο να λαμβάνει μέτρα για την ασφάλεια των εργαζομένων. Επομένως, υπάρχει αμέλεια αυτού καθώς δεν ελήφθησαν τα προαναφερθέντα μέτρα πυρασφάλειας.
Συμπερασματικά, η απόφαση επιδικάζει στους υπαλλήλους που κατάφεραν να σωθούν από την πυρκαγιά χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, διαφορετική για τον καθένα, καθώς ο κάθε υπάλληλος αντέδρασε διαφορετικά στο συγκεκριμένο συμβάν. Κάποιοι παρουσίασαν μετατραυματικό στρες με απότομη αλλαγή διάθεσης και κατάθλιψη αλλά και ταυτοχρόνως υπήρχε νοσηλεία σε νοσοκομειο για τους περισσότερους λόγω των σωματικών βλαβών που τους δημιουργήθηκαν λόγω της πυρκαγιάς και των τοξικών αερίων.
Κρίθηκε πως η προσεπίκληση της Τράπεζας κατά της εταιρίας που της παρείχε ασφάλεια και ιατρό εργασίας πρέπει να απορριφθεί καθώς δεν αποδείχθηκε η προϋφιστάμενη σχέση τους και είναι απαράδεκτη λόγω αοριστίας. Επίσης δεν αναφέρεται το πταίσμα της προσεπικληθείσας όπως θα έπρεπε για το ορισμένο αυτής (Κεραμεύς/ Κονδύλης/ Νίκας, Ερμηνεία ΚΠολΔ, τόμος Ι, Αθήνα 2000, σελ. 202 παρ. 4).
Τέλος, επιδικάζεται χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης στην οικογένεια (άρθρο 932 ΑΚ) της αποθανούσας πλην των ανηψιών.